Στο βορειοδυτικό τμήμα της προστατευόμενης περιοχής βρίσκεται το περίφημο δάσος της Στροφυλιάς που είναι το πιο εκτεταμένο δάσος κουκουναριάς (Pinus pinea) σε όλη την Ελλάδα και ένα από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη.
Η κουκουναριά εμφανίζεται αμιγής στο ανατολικό τμήμα του δάσους. Η κουκουναριά, γνωστή σε όλους μας από το εδώδιμο καρπό της, είναι ένα ευαίσθητο είδος με περιορισμένη μεσογειακή εξάπλωση. Προτιμά τα αμμώδη ή αμμοαργιλώδη εδάφη και για αυτό τη συναντά κανείς σε πεδινές εκτάσεις κοντά στη θάλασσα. Στην Στροφυλιά, το μεγαλύτερο μέρος των κουκουναριών βρίσκεται προστατευμένο πίσω από τις συστάδες χαλεπίου πεύκης (Pinus halepensis) που φυτρώνουν ως τη θάλασσα. Με αυτόν τον τρόπο, προστατεύονται από τους ισχυρούς ανέμους και την αλατότητα του θαλασσινού νερού. Η πλειοψηφία των κουκουναριών που απαντώνται στο δάσος έχουν ηλικία 100-200 χρονών. Τα τελευταία χρόνια, η κουκουναριά αντιμετωπίζει προβλήματα φυσικής αναγέννησης και για αυτό το λόγο η αναπαραγωγή της υποβοηθείται με την φύτευση νεαρών δενδρυλλίων.
Άλλα είδη που απαντώνται σε μικρότερους αριθμούς είναι η γκορτσιά (Pyrus amygdaliformis), η τσικουδιά (Pistacia terebinthus) το θαμνοκέδρο (Juniperus phoenica), το πουρνάρι (Quercus coccifera) και ο φράξος (Fraxinus augustifolius). Στο δάσος δεν εμφανίζεται συνεχής θαμνώδης υπόροφος. Μόνο σε θέσεις όπου διασπάται η κομοστέγη αναπτύσσεται, ανάλογα των κάθε φορά ειδικών συνθηκών, θαμνώδης υπόροφος από είδη που συνθέτουν μακία βλάστηση ή φρύγανα. Στο δάσος της Στροφυλιάς βρίσκουν καταφύγιο χερσαίες χελώνες, αλεπούδες, νυφίτσες, δενδροποντικοί και πολλά πουλιά όπως ο κούκος, ο νανόμπουφος, οι φυλλόσκοποι, κ.α. Ακόμη, το ζωντανό και νεκρό ξύλο των δέντρων αποτελεί ένα μικρο-ενδιαίτημα για ποικιλία εντόμων και μανιταριών που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην ανακύκλωση της ύλης του δάσους.